Ημέρα μνήμης για την γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας Ν. Κανταρζής-Αρχιτέκτονας Δημοτικός Σύμβουλος Σεπτέμβριος 2015 : 93 χρόνια μετά τη μεγαλύτερη εθνική συμφορά στην ιστορία του Ελληνισμού. «Η πτώση της Κωνσταντινούπολης για το έθνος μας, δεν είχε τέτοια σημασία, όπως αυτή η έξοδος του ελληνισμού από ολόκληρη την Ανατολή», γράφει η Διδώ Σωτηρίου, αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922, του δραματικού τέλους της «Μεγάλης Ιδέας», του οριστικού ξεριζωμού των Ελλήνων από τα εδάφη που κατοικούσαν από την αρχαιότητα. Δεν πρόκειται για οποιαδήποτε καταστροφή ισχυρίζονται πολλοί ερευνητές των γεγονότων, αλλά για «τον αφανισμό ενός ολόκληρου πολιτισμού, τον ξεριζωμό από τον τόπο που άνθισε και δημιούργησε μια μοναδική πρόταση ζωής, έναν ιδιαίτερο τρόπο αντίληψης και ερμηνείας του κόσμου, ορατού και αόρατου», ενός πολιτισμού που αποτέλεσε το βάθρο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και άλλων πολιτισμών στη συνέχεια και αναμφισβήτητα την πηγή της ανάπτυξης του δυτικού πολιτισμού, κυρίως λόγω της φιλοσοφικής σκέψης που παρήγαγε .(http//el.wikipedia.org). Στο λίγο χρόνο μιας σύντομης υπόμνησης σαν την σημερινή τι να πρωτοπεί κανείς; Ένας φόρος τιμής στο Μικρασιατικό Ελληνισμό θα ήταν μια σύντομη αναφορά στις κύριες συνιστώσες της τραγωδίας, αναλογιζόμενοι τις σκέψεις ενός σύγχρονου στοχαστή: «Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος είναι να διαγράψεις τη μνήμη του. Να καταστρέψεις τα βιβλία του, την κουλτούρα του, την ιστορία του. Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία, να κατασκευάσει μια νέα παιδεία, να επινοήσει μια νέα ιστορία.» Η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν το αποτέλεσμα χρόνιων διεργασιών στις οποίες συμμετείχαν και αλληλεπίδρασαν πολλοί παράγοντες αρκετά χρόνια νωρίτερα. Ήταν αποτέλεσμα αντικειμενικών δυσκολιών, λαθών, αντικρουόμενων διεθνών συμφερόντων, μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και παθών. Μια επιδερμική ανάγνωση και εστίαση μόνο στα δραματικά γεγονότων των τελευταίων 5 ημερών, ίσως οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα.. Τα πραγματικά αίτια πρέπει να αναζητηθούν, σε βάθος χρόνου, σ΄ αυτά που προηγήθηκαν της τραγικής εξόδου. (1ος παράγοντας). O ανατολικός ελληνισμός, με υψηλή μορφωτική και οικονομική στάθμη, αποτελούσε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σε ορισμένες περιοχές της Ανατολικής Θράκης, στην Κωνσταντινούπολη, στη Δυτική Μικρά Ασία και τον Πόντο οι Έλληνες συχνά κυριαρχούσαν. Οι ελληνικές κοινότητες ως το 1922, έλεγχαν το 50% του επενδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, το 60% των θέσεων εργασίας στη μεταποίηση και κυριαρχούσαν απόλυτα στο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Το 1914 το 46% των ιδιοκτητών τραπεζών ήταν Έλληνες, ενώ από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες της Αυτοκρατορίας το 49% ανήκε σε Έλληνες. Έλληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων, το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων. Οι Ρωμιοί μαθητές ήταν σχεδόν διπλάσιοι των Μουσουλμάνων και η ελληνική, ήταν η γλώσσα των εμπόρων και της καλής κοινωνίας. (http://www.pare-dose.net/) (2ος παράγοντας): Ο αποικιακός ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών χωρών των δύο τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα που είχε ως αποτέλεσμα την διανομή ολόκληρου του πλανήτη, οξύνθηκε επικίνδυνα στις αρχές του 20ού αιώνα. Πέρα από τις εδαφικές διεκδικήσεις, επιχειρήθηκε και μια πολυδιάστατη οικονομική διείσδυση από τις βιομηχανικές προς τις οικονομικά ασθενείς και εξαρτημένες χώρες. (3ος παράγοντας): Ο Εθνικός Διχασμός (1914-1917) αποτέλεσε μια σειρά γεγονότων που εντοπίζονται στην αντιπαράθεση μεταξύ του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’, σχετικά με την είσοδο ή όχι της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. O πρωθυπουργός Βενιζέλος υποστήριζε ότι η είσοδος στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, θα εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, λόγω των φιλογερμανικών αισθημάτων του, υποστήριζε την ουδετερότητα της Ελλάδας. Η διένεξη αυτή προκάλεσε εξαιρετικά βαθύ χάσμα στην ελληνική κοινωνία, διαιρώντας την χώρα σε δύο διαφορετικά στρατόπεδα. Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι και η Μικρασιατική Καταστροφή, υπήρξε απόρροια του Εθνικού Διχασμού. Οι Μεγάλες Δυνάμεις Αγγλία και της Γαλλία μετά το τέλος του πολέμου το Νοέμβριο του 1911, επεδίωκαν την διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επειδή έβλεπαν απειλητική την οικονομική διείσδυση της Γερμανίας ως τον Περσικό Κόλπο. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια διαμορφώθηκε η εξωτερική πολιτική του Βενιζέλου, προσδοκώντας ευνοϊκή μεταχείριση την ώρα της ειρήνης. Στα τέλη Απριλίου του 1919, το Συμβουλίου των Τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων έδωσε την άδεια στην Ελλάδα να καταλάβει στρατιωτικά την περιοχή της Σμύρνης για την τήρηση της τάξης και την προστασία των μειονοτικών πληθυσμών, ώσπου να υπογραφεί η τελική συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία. Ύστερα από μακρές διαπραγματεύσεις (που είχαν ξεκινήσει από την υποβολή των υπομνημάτων των ενδιαφερομένων προς το Συμβούλιο των 4 Μεγάλων Δυνάμεων) υπογράφτηκε στις 28 Ιουλίου 1920, στο ομώνυμο προάστιο του Παρισιού, η «Συνθήκη των Σεβρών», που θα τερμάτιζε συμβατικά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, φέρνοντας την «ειρήνη» ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Στις 30 Ιουλίου 1920, ο Βενιζέλος επιστρέφοντας θριαμβευτής στην Αθήνα, κατέθεσε νομοσχέδιο για την κύρωση της Συνθήκης, δηλώνοντας την απόφασή του αυτό να γίνει από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα έδιναν οι εκλογές που ακολούθησαν. Κατά την εκλογική αναμέτρηση της 1ης Νοεμβρίου 1920, παρά την αισιοδοξία ότι θα κέρδιζαν τις εκλογές, λόγω των πολεμικών και διπλωματικών θριάμβων που είχαν προηγηθεί, η παράταξη του θριαμβευτή των Σεβρών, έχασε τις εκλογές από την φιλοβασιλική παράταξη, η οποία καλλιέργησε την ελπίδα ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο και θα γύριζαν οι στρατευμένοι από το μικρασιατικό μέτωπο. Τα λάθη που ακολούθησαν τραγικά και κατά συρροή , οδήγησαν στην καταστροφή του Ελληνικού στρατού και ακολούθησε ο ξεριζωμός του χριστιανικού πληθυσμού και η εγκατάλειψη των περιοχών στα χέρια των Τούρκων. Στις 20 Αυγούστου ο Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης έστειλε επείγον τηλεγράφημα στην Αθήνα: «Αποστείλατε τάχιστα πλοία προς παραλαβήν στρατού μετά υλικού πολέμου και του πληθυσμού». Η απάντηση του Δημητρίου Γούναρη έφτασε την επόμενη μέρα: «Αποφύγετε δημιουργία προσφυγικού ζητήματος». Η ελληνική ηγεσία βρισκόταν σε πλήρη άγνοια της κατάστασης. Την ίδια στιγμή ο αρχιστράτηγος Γ. Χατζηανέστης βρισκόταν στην Αθήνα και κατέστρωνε σχέδιο κατάληψης της Κωνσταντινούπολης. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από τη γενοκτονία των Ελλήνων Μικρασιατών (ξεκινά από 300.000 και φτάνει ως 1.000.000). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, τουλάχιστον 500.000 Μικρασιάτες (εκτός των Ποντίων) έχασαν τη ζωή τους κάτω από βασανιστικές και απάνθρωπες συνθήκες. «Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ΄ την προγονική τους γη.» γράφει η Δ. Σωτηρίου. «Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δένδρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, του Βόλου, της Πάτρας. …. με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που να ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; τι να ξεχάσουν; τι να πράξουν; που να δουλέψουν; πώς να ζήσουν;.. Χωρίς πατρίδα, χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης». Ο Ερνεστ Χεμινγουέη , μεταφέροντας τα λόγια αξιωματούχου Αμερικανικού πολεμικού πλοίου στο λιμάνι της Σμύρνης μας εξιστορεί! «Τὸ χειρότερο, ἦταν οἱ γυναῖκες μὲ τὰ νεκρὰ παιδιά. Δὲ μπορούσαμε νὰ τὶς πείσουμε νὰ μᾶς δώσουν τὰ πεθαμένα παιδιά τους. Εἶχαν τὰ παιδιά τους, νεκρὰἀκόμα καὶἔξι μέρες, ἀλλὰ δὲν τὰἐγκατέλειπαν. Δὲ μπορούσαμε νὰ κάνουμε τίποτα. Τελικὰἔπρεπε νὰ τοὺς τὰ πάρουμε μὲ τὴ βία.» «Εἴχαμε ρητὲς ἐντολὲς νὰ μὴν ἐπέμβουμε, νὰ μὴ βοηθήσουμε… Τὸ πλοῖο μᾶς εἶχε τόση δύναμη ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ βομβαρδίσουμε ὅλη τὴ Σμύρνη καὶ νὰ σταματήσουμε τὸ μακελειό, ἀλλὰἡἐντολὴἦταν νὰ μὴν κάνουμε τίποτα… Τὸ παράξενο ἦταν, εἶπε [ὁὑποτιθέμενος ἀξιωματοῦχος τοῦἀμερικάνικου πολεμικοῦ ποὺ διηγεῖται τὴν ἱστορία], πῶς οὐρλίαζαν κάθε νύχτα τὰ μεσάνυχτα. Δὲν ξέρω γιατί οὐρλίαζαν αὐτὴ τὴν ὥρα. Ἤμασταν στὸ λιμάνι κι αὐτὲς στὴν προκυμαία καὶ τὰ μεσάνυχτα ἄρχιζαν νὰ οὐρλιάζουν. Στρέφαμε πάνω τους τοὺς προβολεῖς καὶ κι αὐτὲς τότε σταματοῦσαν. …». Χάθηκε λοιπόν η Μικρασία, Χάθηκαν οι αγαπημένες πατρίδες των προγόνων μας και μείναμε εμείς, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη γενιά, ν΄ αναλογιζόμαστε τον πόνο του ξεριζωμού που έγινε και δικός μας πόνος, να παλεύουμε με τις μνήμες απ΄ τις διηγήσεις των παππούδων, να ψάχνουμε στην ιστορία γι΄ απαντήσεις ….γιατί;..πώς; αλλά και να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη. Ως απόγονοι εκείνων και φορείς των ίδιων παραδόσεων, του ίδιου πολιτισμού, έχουμε χρέος: να μην ξεχάσουμε, γιατί μέσα απ΄ τη δική μας μνήμη μένουν ζωντανά τα όνειρά τους. να ερευνήσουμε, να καταγράψουμε– παρά την επίσημη πολιτική της λήθης - και να διδαχθούμε απ΄ την αλήθεια της Μικρασιατικής τραγωδίας. να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη, παίρνοντας μαθήματα από την ιστορία, γιατί μόνο έτσι η θυσία των νεκρών του ΄22 θ΄ αποκτήσει κάποια έννοια δικαίωσης και φυσικά να φτιάξουμε μια καλύτερη κοινωνία για τους δικούς μας απογόνους, πατώντας στις αρχέγονες πανανθρώπινες αξίες του ελληνικού πολιτισμού. Και τέλος , παρακολουθώντας σήμερα το δράμα του Συριακού λαού , να δεχτούμε ότι όσο τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα θεωρούνται σημαντικότερα από τις ανθρώπινες ζωές , πάντα θα υπάρχουν «ΤΟ ΘΥΜΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΥΤΗΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ! Πηγές: Καψής Γ. (1989). Χαμένες πατρίδες. Αθήνα, Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη HortonG. (2000). Η μάστιγα της Ασίας. Αθήνα, Το Βήμα Σωτηρίου Δ. (1989). Οι νεκροί περιμένουν. Αθήνα, Κέδρος http://www.pare-dose.net/?p=116#ixzz247HQvZAW http://www.scribd.com/ (Γ. Χατζής, Φλώρινα) http://el.wikipedia.org/