Μεγάλη Τρίτη: Τι γιορτάζουμε σήμερα

Μεγάλη Τρίτη: Τι γιορτάζουμε σήμερα

Σήμερα είναι Μεγάλη Τρίτη, η δεύτερη μέρα των Αγίων Παθών του Χριστού. Τελείται η Ακολουθία του Νυμφίου, ενώ η Εκκλησία θυμάται την παραβολή των δέκα παρθένων και την παραβολή των ταλάντων, που διδάσκουν την προνοητικότητα αλλά και την εργατικότητα.

Στον Όρθρο διαβάζεται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (22, 15- 23, 39) η καταδίκη των Φαρισαίων. Στην Ακολουθία συνεχίζεται η ανάγνωση από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου όπου γίνεται λόγος για το Τέλος. Γι’ αυτό μιλούν και οι δύο παραβολές της ημέρας.

Η πρώτη είναι η παραβολή των δέκα παρθένων. «Πέντε εξ αυτών ήσαν φρόνιμοι» και είχαν πάρει μαζί με τα λυχνάρια τους και αρκετό λάδι, «πέντε ήσαν μωραί», τα λυχνάρια τους έσβησαν και δεν έγιναν δεκτές στο γαμήλιο δείπνο.

Τι αναφέρει η παραβολή

Πέντε φρόνιμες και πέντε μωρές παρθένες περιμένουν το Νυμφίο (γαμπρό) να έλθει να παραλάβει τη νύφη. Οι φρόνιμες, που είχαν προνοήσει φρόντισαν να πάρουν μαζί τους λάδι ώστε να έχουν για να φωτίζουν τα λυχνάρια τους. Δεν ισχύει το ίδιο όμως και για τις μωρές, οι οποίες λόγω της αργοπορίας του Νυμφίου αποκοιμήθηκαν. Ετσι όταν ακούγεται η φωνή «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται», ψάχνουν να βρουν λάδι για να ανάψουν τα σβησμένα λυχνάρια τους, με αποτέλεσμα να μένουν «εκτός νυμφώνος».

Η άλλη παραβολή είναι των ταλάντων που μας διδάσκει να είμαστε εργατικοί και να καλλιεργούμε και να αυξήσουμε τα πνευματικά μας χαρίσματα.

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή. Κάποιος άνθρωπος που ήταν έτοιμος για ταξίδι κάλεσε τους δούλους του και τους παράδωσε την περιουσία του. Και σ' άλλον μεν έδωσε πέντε τάλαντα σ' άλλον δύο και σ' άλλον ένα σύμφωνα με τη δύναμη του καθενός και αμέσως αναχώρησε. Εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα πήγε και δούλεψε και μ' αυτά κέρδισε και άλλα πέντε. Έτσι έκανε και αυτός που πήρε τα δύο και κέρδισε άλλα δύο. Εκείνος όμως που πήρε το ένα, πήγε και έσκαψε στη γη και έθαψε το χρήμα του κυρίου του. Ύστερα από πολύ χρονικό διάστημα φτάνει ο κύριος των δούλων και λογαριάζεται μαζί τους. Και αφού ήλθε εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα, έφερε και άλλα πέντε και λέγει στον κύριο· πέντε τάλαντα μου παράδωσες, να, εγώ κέρδισα και άλλα πέντε.

Του είπε ο κύριος του· μπράβο καλέ μου δούλε και πιστέ· ήσουν πιστός στα λίγα, εγώ θα σε εγκαταστήσω στα πολλά. Έμπα λοιπόν στη χαρά του κυρίου σου. Ήλθε και εκείνος που είχε πάρει τα δύο τάλαντα, και είπε. Κύριε, δύο τάλαντα μου παράδωσες· να που εγώ κέρδισα άλλα δύο τάλαντα. Τότε ο κύριος του είπε· Μπράβο δούλε καλέ και πιστέ. Φάνηκες πιστός στα λίγα, εγώ θα σε εγκαταστήσω πολλά. Τότε ήλθε και εκείνος που είχε πάρει το ένα τάλαντο, και είπε: Κύριε, ήξερα που είσαι ένας σκληρός άνθρωπος, θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις από κει που σκόρπισες. Επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντο σου στη γη, να, λοιπόν, παρ’ το γιατί είναι δικό σου. Και ο κύριος του αποκρίθηκε: δούλε πονηρέ και οκνηρέ, ήξερες πως θερίζω από κει που δεν έσπειρα και μαζεύω απ' εκεί που δε σκόρπισα. Έπρεπε λοιπόν να βάλεις τα λεφτά σου στους τραπεζίτες και εγώ, όταν θα επέστρεφα θα τα έπαιρνα πίσω με τόκο. Πάρτε απ' αυτόν το τάλαντο και δώστε το σε κείνον, που έχει τα δέκα τάλαντα.

Γιατί στον καθένα που έχει, θα δοθούν και άλλα και θα περισσέψουν. Από κείνον όμως που δεν έχει, θα του αφαιρεθεί και κείνο που έχει. Πάρτε και ρίξτε αυτόν τον άθλιο δούλο έξω στο σκοτάδι, εκεί που ακούγεται το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών. Και λέγοντας αυτά τόνιζε· όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.

Το βράδυ ψάλλεται ο όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης όπου είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7,47) που μετανιωμένη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο, και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματά της, γιατί έδειξε μεγάλη αγάπη και πίστη στον Κύριο, ενώ ψάλλεται ένα από τα πιο γνωστά και δημοφιλή τροπάρια της θρησκευτικής υμνολογίας, το τροπάριο της Κασσιανής.


Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,

τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,

σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα

ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.

και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου

Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,

κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη

ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.

και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.

Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,

Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,

ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·

εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.

κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,

Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου,

ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.

εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.

Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,

Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,

ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·

και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·

ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,

αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,

κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.

τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.

Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους

Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,

τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;

ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;

Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος



(Μεταγραφή: Φώτης Κόντογλου)

ADVERTORIALS