Τσαμπίκος Παπαβασιλείου: Ο γιατρός της καρδιάς μας!

Κοινωνια Δευτέρα, 22η Φεβρουαρίου 2016
d2841b08c6e7970363d115c008a854df.jpg

Τσαμπίκος Παπαβασιλείου: Ο γιατρός της καρδιάς μας!
Σήμερα είναι μεγάλη η τιμή μας και η χαρά μας που μιλάει για πρώτη φορά δημοσίως ο σπουδαίος άνθρωπος και γιατρός Τσαμπίκος Παπαβασιλείου, γι' αυτά που όλοι μαρτυρούν για εκείνον. Για την πορεία και τη ζωή του που του έδωσαν ξεχωριστή θέση στην κοινωνία της Ρόδου.

Τα δύσκολα παιδικά χρόνια στην Αρχάγγελο, την αθωότητα που δεν χάθηκε ποτέ και τη σκληρή δουλειά που «έριξε» σ΄ όλη του τη ζωή αυτός ο λαμπρός επιστήμονας που δούλεψε σκληρά στην οικοδομή από παιδάκι, και από νύχτα έως την άλλη νύχτα το νοσοκομείο γινόταν το σπίτι του, κι οι ασθενείς μέλη της οικογένειάς του.

Είναι η πρώτη φορά που τόσοι πολλοί άνθρωποι μου είπαν ότι πρέπει να μιλήσω «μ΄ αυτόν»! Να πείσω τον Τσαμπίκο Παπαβασιλείου που συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα από διευθυντής της A' Χειρουργικής Κλινικής του Νοσοκομείου της Ρόδου, επιτέλους να μιλήσει για τη ζωή του! Γιατί οι διαδρομές αυτές είναι φώτα πορείας για εμάς τους υπόλοιπους, κι η στάση ζωής αυτή είναι από μόνη της ένα δίδαγμα.

Τι θυμάστε ως παιδί, θέλατε πάντα να γίνετε γιατρός;

Από την παιδική μου ηλικία δεν είχα σκέψη να σπουδάσω κάτι και ιδιαίτερα γιατρός. Τα χρόνια ήταν δύσκολα και τα οικονομικά μέσα ανύπαρκτα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι μόλις τελείωσα το Δημοτικό Σχολείο, η μάνα μου μού έλεγε: «Τσαμπίκο, ο πατέρας σου έφυγε στη Γερμανία για να δουλέψει. Εσύ πρέπει να γίνεις πατέρας (γιατί ήμουν το μεγαλύτερο παιδί στην οικογένεια). Πρέπει να μάθεις μια τέχνη, να κερδίσεις χρήματα για να βοηθήσεις το σπίτι...». Έτσι μου καθόρισε το επάγγελμα, που έπρεπε να μάθω, ήταν να γίνω κουρέας. Έπιασα δουλειά στο κουρείο του Νικόλα Καραολάνη του «Φούντα», με μεροκάματο μισή δραχμή. Δεν μου άρεσε καθόλου αυτό το επάγγελμα και μετά από τρείς μέρες έφυγα.

Όλοι λένε για σας ότι από μικρός δουλεύατε σκληρά! Είναι αλήθεια;

Ναι, δούλευα σε βαριές δουλειές, αλλά δεν καταλάβαινα την κούραση, δηλαδή άντεχα στις δουλειές αυτές, δεν είχα όμως καταπόνηση. Να φανταστείτε ότι όταν τα παράτησα από το κουρείο, την άλλη μέρα έπιασα δουλειά στον Λεβέντη «Φανούρη» και έπαιρνα μεροκάματο 13 δραχμές. Η δουλειά μου ήταν να κάνω πρώτα λάσπη και μετά τα ''πλόκα'' δηλαδή τσιμεντόλιθους. Επειδή έφτιαχνα 200-250 τσιμεντόλιθους την ημέρα, με επαινούσε στους άλλους μικρούς που δουλεύαμε μαζί. Πρέπει να ομολογήσω ότι σαν παιδί μου άρεσε να ακούω να με επαινούν, όμως εγώ ο ίδιος δεν εκδηλωνόμουν ποτέ, δεν το έδειχνα.

Πόσα παιδιά ήσασταν στην οικογένεια;

Τέσσερα αδέρφια ήμασταν. Μόλις τελείωσα το Δημοτικό εγώ ήμουν 12 χρονών, η Καθολική 8, η Χαριστούλα 4, και ο Βασίλης δυο ετών. Επειδή ήμουν ο μεγαλύτερος και ο πατέρας μου είχε φύγει για εργάτης στη Γερμανία, η μάνα μου χρειαζόταν βοήθεια στο σπίτι , και αυτός είναι ο λόγος που με κατεύθυνε σε μια γρήγορη επαγγελματική αποκατάσταση και άμεση προσφορά και βοήθεια στο σπίτι.

Το καλοκαίρι του 1960 έρχομαι για πρώτη φορά σε σύγκρουση με την μάνα μου, όταν της είπα ότι θέλω να πάω στο Γυμνάσιο. Αυτή ήταν ανένδοτη - έπρεπε να συνεχίσω να μάθω γρήγορα μια τέχνη. Θυμάμαι που ο θείος μου ο Ντονιουράς του Πλατή, προσπαθούσε να την πείσει να με αφήσει να πάω να δώσω εξετάσεις. Χωρίς αποτέλεσμα. Όταν ήρθε η ώρα να δώσουμε εξετάσεις από το Δημοτικό για να πάμε στο Γυμνάσιο, χωρίς να την ρωτήσω έφυγα και πήγα και έδωσα εξετάσεις και πέρασα. Δεν ήταν δύσκολα να εισαχθείς στο Γυμνάσιο, γιατί όλοι οι μικροί περνούσαν τις εξετάσεις. Όταν πέρασα τις εξετάσεις, η μάνα μου συμφώνησε τελικά να συνεχίσω και μου είπε χαρακτηριστικά «Εντάξει, θα πας μέχρι την Γ' Γυμνασίου και μετά θα πας στον Νηρέα στη Ρόδο'». (Μια τεχνική Σχολή για να μάθω μια τέχνη).

Πως πέρασε ο χρόνος από την Α' μέχρι την Γ' Γυμνασίου;

Καλά, χωρίς ιδιαιτερότητες. Τα συνηθισμένα όσον αφορά το πρόγραμμα. Τα καλοκαίρια και το φθινόπωρο στις οικοδομές, και στα χωράφια. Τον χειμώνα – άνοιξη στο σχολείο και μετά μάζεμα πορτοκαλιών και ελιών. Τα μεροκάματα είχαν αυξηθεί (26-30 δραχμές). Η μάνα μου σε αυτό το χρονικό διάστημα από 12-15 χρονών προσπαθούσε να διαμορφώσει τον χαρακτήρα μου, δίνοντας μου συμβουλές που δεν τις ξέχασα, όπως: «Nα προσπαθείς στη ζωή σου να γίνεσαι κάθε μέρα που περνάει καλύτερος, όλες οι δουλειές έχουν την αξία τους και να μην ντρέπεσαι να κάνεις οποιαδήποτε δουλειά. Να βοηθάς όλους τους ανθρώπους, να πηγαίνεις στην εκκλησία και να μην κοροϊδεύεις τις γυναίκες..». Επειδή υποπτευόμουνα ότι θα προσπαθούσε μετά από την Γ' Γυμνασίου να με στείλει στην Τεχνική Σχολή του Νηρέα (βραδινό Σχολείο) άρχισα να αποταμιεύω από τα μεροκάματα των τριών χρόνων που δούλευα όταν ήμουν στο Γυμνάσιο, για να μπορέσω να συνεχίσω στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο της Ρόδου, λέγοντας της πρακτικά ψέματα. Από της 30 δραχμές που ήταν το μεροκάματο της έδινα 13 και τα υπόλοιπα τα κρατούσα. Έτσι λοιπόν ήρθε το μεταβατικό στάδιο, 1963 (καλοκαίρι) που αντί να πηγαίνω στη οικοδομή - πήγαινα στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο.

...Και μετά τι έγινε;

Τι να έγινε; Κάθε Σάββατο της έδινα 60 δραχμές (το βδομαδιάτικο που υποτίθεται θα έπαιρνα από την οικοδομή) από τα χρήματα που είχα αποταμιεύσει και έτσι δεν πήρε χαμπάρι ότι πήγαινα στο Βενετόκλειο. Κάποτε όμως οι αποταμιεύσεις θα τελείωναν και σκεφτόμουνα τι έπρεπε να κάνω για να συνεχίσω. Για καλή μας τύχη (όλων των μαθητών της Αρχαγγέλου που είχαν πάει στο Βενετόκλειο), από ενέργειες που είχε κάνει πιο παλιά ο βουλευτής του χωριού μας Γιώργος Λαμπριανός, εγκρίθηκε το Λύκειο στην Αρχάγγελο. Έτσι λοιπόν μετά από τρείς μήνες φοίτησης μου στο Βενετόκλειο, γύρισα στο χωριό πίσω.

Θέλατε να μάθετε γράμματα για να αλλάξει η ζωή σας ή για τη γνώση;

Για να είμαι ειλικρινής μέχρι την ηλικία των 15 ετών δεν έδειχνα ενδιαφέρον για ένα συγκεκριμένο επάγγελμα. Είχα στο μυαλό μου αυτά που έλεγε η μάνα μου όσον αφορά τις δουλειές και τα επαγγέλματα, για αυτό έκανα οποιαδήποτε δουλειά. Ένα χρόνο αργότερα φάνηκε να δείχνω ενδιαφέρον για γνώση, στο μάθημα της Χημείας. Μου άρεσαν επίσης η Φυσική και τα Μαθηματικά. Δεν μου άρεσαν καθόλου τα αρχαία ή τα Νέα Ελληνικά. Δεν μπορούσα τις ξένες γλώσσες. Στο σχολείο ήμουν καλός μαθητής, αλλά όχι άριστος. Άριστοι μαθητές ήταν ο Γιάννης ο Ζερβός που είναι τώρα δικηγόρος, ο Μανώλης ο Βαρέλης, και άλλοι.

Γιατί γίνατε γιατρός;

Ούτε και γω καν το σκέφτηκα να γίνω γιατρός. Η μητέρα μου, μετά από το Λύκειο προσπαθούσε να με πείσει να πάω στην Τουριστική Σχολή ή να γίνω καλουπατζής. Της υποσχέθηκα το δεύτερο επάγγελμα, γιατί δεν αγαπούσα τις γλώσσες. Όλο το καλοκαίρι μετά όταν τελείωσα το λύκειο η δουλειά ήταν πιο σκληρή. Θυμάμαι ότι σε μια μέρα φορτώναμε και ξεφορτώναμε έξι αυτοκίνητα άμμο ή χαλίκι ή ξεφορτώναμε 1000 σακιά τσιμέντο. Όταν δε ήρθε η ώρα να πάω να κάνω το Μηχανογραφικό, εν αγνοία της μητέρας μου, συνάντησα στο Μαντράκι τον ξαδερφό μου τον Σαράντη τον Λουκά που μου συνέστησε να δώσω εξετάσεις στην Ιατρική (εκείνος τότε ήταν φοιτητής Ιατρικής). Έτσι λοιπόν δηλώθηκα για υποψήφιος Ιατρικής. Ναι μεν δηλώθηκα για υποψήφιος Ιατρικής, το πρόβλημα μου όμως ήταν πως θα πήγαινα στην Αθήνα για να δώσω εξετάσεις αφού η μάνα μου ήξερε ότι γινόμουν καλουπατζής! Οικονομικό πρόβλημα δεν είχα, γιατί είχα αποταμιεύσει χρήματα από τα μεροκάματα που έκανα τα τρία προηγούμενα καλοκαίρια.

Πως καταφέρατε λοιπόν να πάρετε μέρος στις εισαγωγικές εξετάσεις στην Αθήνα;

Ιστορία κι αυτή... Δεν θυμάμαι την ημερομηνία που θα ξεκινούσαν οι εξετάσεις, θυμάμαι όμως ότι ήταν ημέρα Δευτέρα! Τέσσερις ημέρες πριν τις εξετάσεις έφυγα από τη δουλειά στη Ρόδο και πήγα με τα πόδια στο λιμάνι. Έκοψα ένα εισιτήριο για Πειραιά. Στις 12 η ώρα το μεσημέρι έφυγα με το πλοίο. Στη διαδρομή, κατά τις 2 η ώρα, σκέφτηκα ότι στις 3.30 - 4η ώρα θα με περίμενε η μάνα μου που θα ερχόμουν από τη δουλειά. Αν δεν με συναντούσε θα με αναζητούσε σίγουρα μέσω της Αστυνομίας. Έτσι λοιπόν σκέφτηκα στο πρώτο λιμάνι που θα έπιανε το πλοίο να ειδοποιήσω την Αστυνομία του χωριού, πράγμα που έκανα. Στις 4 η ώρα όταν φθάσαμε στην Κω μέσω του Λιμεναρχείου, ειδοποίησα την Αστυνομία του χωριού μας και η Αστυνομία την μάνα μου, ότι πηγαίνω στην Αθήνα να δώσω εξετάσεις!

..Και μετά; Που πήγατε, που μείνατε;

Παρασκευή πρωί έφτασα στον Πειραιά. Δεν ήξερα που να πάω. Είχα μια τσάντα από ύφασμα (πανί) με τρία βιβλία και δυο ρούχα. Στο χωριό άκουγα τους μεγαλύτερους που είχαν πάει στην Αθήνα ότι υπάρχει ένα καφενείο στην Ομόνοια που λέγεται «Ο Μέγας Αλέξανδρος», εκεί συναντιόντουσαν οι εργάτες και οι μαστόροι. Μπήκα στον ηλεκτρικό, κατέβηκα στην Ομόνοια, εύκολα βρήκα το καφενείο και άρχισα να ρωτάω τους ανθρώπους αν εκεί είχε κανέναν μέσα από τη Ρόδο. Μετά από τρεις-τέσσερις φορές που ρώτησα πηγαίνοντας από τραπέζι σε τραπέζι , βρέθηκε ένας Ροδίτης, ο οποίος ήταν εργολάβος. Ήταν Αρχαγγελίτης, ο Σταμάτης ο Στάκκιολης, ο οποίος με πήγε σπίτι του και με φιλοξένησε. Έμαθα ότι το εξεταστικό κέντρο, ήταν στο Πολυτεχνείο και την Δευτέρα το πρωί από τις 6 η ώρα βρισκόμουν μπροστά στο εξεταστικό κέντρο. Οι εξετάσεις κράτησαν μια βδομάδα. Την άλλη μέρα μετά τις εξετάσεις, πάλι οικοδομές.

Και περάσατε στην Ιατρική!

Ναι. Μετά από δυο μήνες περίπου από τις εξετάσεις έμαθα από το ραδιόφωνο ότι τα αποτελέσματα των εισαγωγικών θα έβγαιναν την άλλη μέρα. Κάπου στις 10 η ώρα που δούλευα στην οικοδομή με στείλανε, ως ο πιο μικρός που ήμουν σε ένα μαγαζί να τους φέρω το κολατσιό. Αγόρασα μια εφημερίδα για να δω τα αποτελέσματα.

Τι έλεγε λοιπόν η εφημερίδα που πήρατε για τους επιτυχόντες;

Άρχισα να βλέπω τα αποτελέσματα από το τέλος, από τους επιτυχόντες της Κτηνιατρικής. Δεν είχα πολλές ελπίδες. Έβλεπα τις σχολές από κάτω προς τα πάνω γιατί έλεγα «αν πέρασα, πέρασα τελευταίος». Είδα τα αποτελέσματα της Κτηνιατρικής, Οδοντιατρικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης, Φαρμακευτικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης, όπου δεν πέρασα. Κοίταξα να δω τα αποτελέσματα της Ιατρικής Αθηνών, να δω κανέναν άλλο που ήξερα, που γνώρισα εκεί όταν δίναμε εξετάσεις. Βλέπω το όνομά μου, ψηλά πάνω! Είχα περάσει 7ος! Από τη χαρά μου έτρεξα, πάτησα σε μία λακκούβα, τραυμάτισα το πόδι μου. Μου έφυγε και η χαρά που είχα. Πήγα σ΄ ένα ταχυδρομείο, έγραψα ένα τηλεγράφημα στη μάνα μου «Μάνα πέρασα»! Δεν ήξερε αυτή ότι έδωσα εξετάσεις, ήξερε ότι δουλεύω.

Όλα εκ των υστέρων της τα λέγατε!

Ναι., δεν ήθελα να την απογοητεύσω με μία αποτυχία μου που πιθανόν να ακολουθούσε σε κάτι που αποφάσιζα εγώ μόνος μου να κάνω. Ευτυχώς και δεν μου συνέβαινε ποτέ αυτό.

Αυτή η κριτική και η αυστηρότητα της μητέρας σας φαίνεται ότι σας καθόρισε σαν άνθρωπο!

Μου φαίνεται, ναι! Η μητέρα μου, η Γεωργίτσα ήθελε να μου δώσει να καταλάβω ότι είμαι ένα τίποτα. Με έσπρωχνε να γίνω καλύτερος, και αργότερα όταν μεγάλωνα μου έλεγε πως να συμπεριφέρομαι στους ανθρώπους να δουλεύω πολύ, να βοηθώ τον κόσμο, να μην ντρέπομαι τις δουλειές γιατί όλες οι δουλειές έχουν την αξία τους, να μην κοροϊδεύω τις γυναίκες. Και να πηγαίνω στην εκκλησία.

Πότε σας αποδέχτηκε πια;

Ποτέ μπροστά μου, αλλά κατά βάθος και ιδιαίτερα όταν πια μετά από 25 χρόνια γύρισα κι από τη Γερμανία όπου εργαζόμουν ως γιατρός και ξεκίνησα να εργάζομαι στο Νοσοκομείο της Ρόδου, νομίζω ότι κατά βάθος καμάρωνε.

Δεν σας το είπε ποτέ;

Όχι. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι φεύγοντας ο πατέρας μου το 1960, ως εργάτης στη Γερμανία, τότε όταν ήμουν 12 χρονών, εκείνη αποδέχτηκε τον ρόλο του πατέρα της οικογένειας και τον ανέθεσε σ΄ εμένα, λέγοντας μου «εσύ τώρα είσαι ο πατέρας του σπιτιού».

Κι εσείς το τιμήσατε αυτό που σας είπε! Το λέει ο κόσμος που σας γνωρίζει, όσοι μιλούν τόσο θερμά για εσάς!

Ό,τι μου έλεγε το έκανα, προσπαθούσα συνέχεια. Όλα τα χρόνια ως φοιτητής ιατρικής έπαιρνα υποτροφίες από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών και δούλευα ταυτόχρονα. Όταν τελείωσα το Πανεπιστήμιο το 1974 είχα μαζέψει 80.000 δραχμές τις οποίες έδωσα στη μάνα μου να κάνουμε το σπίτι της αδελφής μου. Βλέπετε με είχε βαφτισμένο σαν πατέρα της οικογένειας. Έπρεπε να κρατήσω τον ρόλο αυτόν.

Πως ήταν η πορεία στη Γερμανία;

Η αρχή δεν ήταν ομαλή!

Δηλαδή;

Όταν έπιασα δουλειά στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Κολωνίας δεν ήξερα την γλώσσα. Μετά από δυο ημέρες δουλειάς είχα απογοητευτεί ... έπιασα τα πράγματα μου και έφυγα. 'Όταν μπήκα στο τραμ, στο για τον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Κολωνίας, γνώρισα έναν Έλληνα που κατά σύμπτωση ήταν γιατρός. Αφού του εξήγησα τι συνέβη, με έπεισε να γυρίσω πίσω λέγοντας μου χαρακτηριστικά: « Μην είσαι χαζός. Εγώ πριν δυο χρόνια προσπάθησα ανεπιτυχώς να βρω θέση στο Πανεπιστήμιο και εσύ φεύγεις!;» 'Έτσι γύρισα πίσω και συνέχισα κάνοντας την ειδικότητα της Γενικής Χειρουργικής.

Αληθεύει ότι κάνατε τέσσερις-πέντε ειδικότητες; Γιατί γυρίσατε πίσω ;

Ναι. Εκπαιδεύτηκα καλά στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Κολωνίας και απέκτησα τις ειδικότητες της Γενικής Χειρουργικής, Χειρουργικής Πεπτικού, Αγγειοχειρουργικής, Φλεβοτομίας και για 1,5 χρόνο εκπαιδεύτηκα στη Χειρουργική Ατυχημάτων. Δεν είχα μόνο τη θέληση, υπήρξε και η δυνατότητα αφού η κλινική ήταν πανεπιστημιακή και μπορούσα να εκπαιδευτώ. Δεν είχα σκοπό να γυρίσω. Με την επιμονή της μάνας μου, του πατέρα μου και των αδελφών μου που μου έλεγαν «άσε τη Γερμανία, κι έλα στον τόπο σου να είσαι κοντά μας», όταν ελευθερώθηκε θέση διευθυντή στο νοσοκομείο της Ρόδου, πήρα τη θέση και κατέβηκα το 1999.

Πως ήταν για εσάς η δουλειά στο Νοσοκομείο της Γερμανίας ;

Καλά. Μετά την λήψη της ειδικότητας έγινα επιμελητής στο Χειρουργικό Τμήμα της Πανεπιστημιακής Κλινικής της Κολωνίας. Το ωράριο εργασίας ήταν από τις 6 το πρωί έως τις 11 το βράδυ. Ήμουν ευχαριστημένος γιατί εκπαιδεύτηκα καλά και το επίπεδο της Ιατρικής ήταν υψηλό. Μετά όταν ήρθα εδώ τις συνήθειες και τον ρυθμό εργασίας που είχα στην Γερμανία τον κράτησα και στο δικό μας νοσοκομείο. Για να γίνει αυτό με βοήθησε η οικογένεια μου, η γυναίκα μου και τα τρία μου παιδιά, και τους ευχαριστώ. Ευχαριστώ τον καθηγητή μου/ δάσκαλο μου κ. Πίχελμαιερ που μου εμπέδωσε στο μυαλό μου, τον ελεύθερο χρόνο που είχα στο Τμήμα να τον αφιερώνω συζητώντας και ενθαρρύνοντας τους αρρώστους και όχι πίνοντας καφέ ή καπνίζοντας.

Από τους ασθενείς σας και τους συγγενείς τους μόνο καλά έχουμε ακούσει για τη λειτουργία σας όλα αυτά τα χρόνια!

Πολύς κόσμος εκδηλώνεται έτσι και τους ευχαριστώ. Σίγουρα θα υπήρξαν και κάποιοι άνθρωποι που παραπονέθηκαν, αλλά πρέπει να τονίσω ότι όλοι οι γιατροί της Α' Χειρουργικής Κλινικής και το Νοσηλευτικό προσωπικό προσπαθούσαμε να κάνουμε την δουλειά μας καλά.

Τι θα λέγατε στους νέους γιατρούς, πώς να λειτουργούν, τι να κάνουν μέσα στην οικονομική κρίση? Να φύγουν στο εξωτερικό, να μείνουν να το παλέψουν εδώ...

Εγώ σας είπα την ιστορία την δική μου. Δεν θέλω να λέω στους άλλους τι να κάνουν. Βλέπουν πως είναι τα πράγματα και ας αποφασίσουν μόνοι τους. Σίγουρα η προσπάθεια αποδίδει καρπούς. Η ευγένεια προς τους αρρώστους, η βοήθεια και η εξυπηρέτηση πρέπει να θεωρείται αυτονόητη. Ξέρετε δεν είμαι καλός στα λόγια. Κλείνοντας όμως θα ήθελα να σας πω ότι οι συμβουλές της μάνας μου έπιασαν τόπο και η πορεία της ζωής μου στιγματίστηκε από γεγονότα στις μεταβατικές περιόδους από Δημοτικό-Γυμνάσιο, Γυμνάσιο-Λύκειο, Λύκειο-Πανεπιστήμιο, Πανεπιστήμιο-Γερμανία. Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο αυτά που έζησα, αλλά όχι και κάτι συνηθισμένο. Όλα τα προβλήματα με θέληση ξεπερνιούνται. Θα ήθελα σε ένα δεύτερο χρόνο να σας μιλήσω για τις εμπειρίες που συνάντησα στα 17 χρόνια δουλειάς στο Νοσοκομείο της Ρόδου!

Η ΡΟΔΙΑΚΗ

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Ο σύνδεσμος αντιγράφηκε!
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
15 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
ΤΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ
ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΣΤΗΝ ΚΩ
24 °C
Τετάρτη, 9 Ιουλίου 4:50ΠΜ
ΕΦΗΜΕΡΕΥΟΝΤΑ
ΦΑΡΜΑΚΕΙΑ
Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή κειμένου ή φωτογραφιών χωρίς άδεια.
Made by Reach Web Agency